Χ.Β.,τ.8

    « ότι ανήκει σε κάθε ζωή, που βιώνεται κατασκευασμένα και υπό εκμετάλλευση, ανήκει πρωταρχικά στους κατασκευαστές της και τους εκμεταλλευτές της» - Χ.Β.

 

          Προκατάληψη: είναι μια σταθερή άποψη, που έχει υιοθετηθεί σαν στερεότυπο πλαίσιο και «πιστεύω», δίχως αντικειμενική ή κριτική εξέταση. Είναι αντισταθμιστικά υποκατάστατα λύσεων. Καθώς δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν οι πραγματικές αιτίες, οι αντιδράσεις μετατοπίζονται σε άλλες κατευθύνσεις. Τα θύματα της κρίσης αναζητούν υποκατάστατα σαν στόχους της επιθετικότητας τους. Αποτελούν παράλογους προσανατολισμούς της συμπεριφοράς κοινωνικών ομάδων ή ατόμων. Οι προκαταλήψεις μπορούν να ορισθούν σαν αρνητική ή απορριπτική στάση απέναντι σε κάποια ομάδα, στην οποία αποδίδονται αρνητικές ιδιότητες, σαν προϊόν στερεότυπων αντιλήψεων οι οποίες χάρη στην συναισθηματική επιβάρυνση δεν είναι εύκολο να διορθωθούν, ακόμη κι όταν καταρριφθούν στην πράξη. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των κοινωνικών προκαταλήψεων, που οδηγούν σε διακρίσεις σε βάρος μειονοτήτων, είναι η διάρκεια. Οι στερεότυπες προκαταλήψεις αποδεικνύονται εξαιρετικά ανθεκτικές στο χρόνο, ιδίως όταν συνδεθούν με αισθήματα ενοχής των μελών της πλειοψηφίας. Οι εμπειρίες των ατόμων που υπόκεινται σε προκαταλήψεις, επηρεάζουν τη συμπεριφορά τους, σαν να ήταν οι προκαταλήψεις αυτές. Δεν θα υπήρχαν (μάλλον) προκαταλήψεις αν κάθε άτομο ήταν σε θέση να αναλύσει και να κρίνει ικανοποιητικά τις πράξεις του εκ των προτέρων: η εμπειρική βάση των ατόμων είναι πολύ μικρή σε σύγκριση με το πλήθος των πληροφοριών που χρειάζονται για την εξέταση και την ανάλυση κάθε μεμονωμένης απόφασης. Η απολίθωση μιας άποψης σε άκαμπτη προκατάληψη οφείλεται σε αδυναμία εξέτασης της συγκεκριμένης άποψης, με βάση τις προσωπικές εμπειρίες του ατόμου, ώστε να διαπιστωθεί αν μπορεί να θεωρηθεί σωστή ή όχι. Η  αδυναμία αυτή δεν είναι μόνο μια υποκειμενική έλλειψη ικανοτήτων αλλά και μία συνέπεια του καταμερισμού εργασίας. Συνήθως τα άτομα δεν έχουν τη δυνατότητα (ή παραιτούνται από αυτή) να ξεπεράσουν τα πλαίσια του καταναλωτή απόψεων, και έτσι προκύπτει μία ταύτιση με τις απόψεις της πλειοψηφίας, σαν προσαρμογή και απάντηση στην ανάγκη για («σωστές») απόψεις. Κάθε προκατάληψη εντάσσεται στο γενικότερο σύστημα προκαταλήψεων και όπου υπάρχει προσπάθεια κατάργησης προκαταλήψεων, εμφανίζονται αντιδράσεις εν είδει «μηχανισμών άμυνας».

              Προβολή: είναι μια διαδικασία με την οποία το υποκείμενο απομακρύνει από τον εαυτό του ιδιότητες, συναισθήματα και επιθυμίες με τις οποίες δεν μπορεί να συμβιβασθεί και τις στρέφει προς εξωτερικούς στόχους, είτε αυτοί είναι πρόσωπα είτε αντικείμενα και καταστάσεις. Από τις περισσότερο επικίνδυνες θεωρούνται οι μορφές συλλογικής προβολής, οι οποίες στρέφονται εναντίον ανυπεράσπιστων, συνήθως, μειονοτήτων (αντισημιτισμός, ρατσισμός). Χάρη στην προβολή αυτή δημιουργούνται εχθρικά πρότυπα, με τα οποία μπορούν να αποπροσανατολισθούν με ευκολία οι κοινωνικές και πολιτικές δυσκολίες.

             Στερεότυπο: είναι μια συναισθηματικά φορτισμένη, θετική ή αρνητική αντίληψη σχετικά με πρόσωπα και ομάδες. Χαρακτηρίζεται από μία αμετακίνητη προσκόλληση σε πρότυπα ή αντιλήψεις που έχουν επιλεγεί στο παρελθόν. Τα στερεότυπα είναι προϊόντα της κοινωνίας:  μαθαίνονται, μεταβιβάζονται και καθορίζουν τον τρόπο σύλληψης των πραγματικών δεδομένων, πολύ πριν το υποκείμενο αποκτήσει τη δυνατότητα σύγκρισης με προσωπικές του εμπειρίες.

           Μαζική επικοινωνία: τυφλή αφομοίωση αυθαίρετων «μηνυμάτων» που οδηγούν σε μόνιμη εξάρτηση από εξωτερική καθοδήγηση.

         (: συνεχίζεται στο επόμενο τεύχος)

 

 

 

http://geocities.com/xthesvradi

 

 

1