TO FINISH

PRESENT

FUTURE

PAST

τελειώνω θα τελειώσω τέλειωσα
[or τελείωσα]
τελειώνεις θα τελειώσεις τέλειωσες
[or τελείωσες]
τελειώνει θα τελειώσει τέλειωσε
[or τελείωσε]
τελειώνουμε
[or τελειώνομε]
θα τελειώσουμε
[or θα τελειώσομε]
τελείωσαμε
[or τελειώσαμε]
τελειώνετε θα τελειώσετε τελείωσατε
[or τελειώσατε]
τελειώνουν(ε) θα τελειώσουν τελείωσαν
[or τελειώσαν(ε)]

1