Ένα ποίημα που βρήκα μέσα στο βιβλίο "Συντροφικότητα και αυτονομία" του Γιώργου Πιντέρη.
"Ανήκει" στον James Kavanaugh.
 

Ποιός είμαι; Δεν το ξέρω.
Κάποτε ήμουνα ο τάφος για ένα κουνελάκι, ένα καλάθι του
μπάσκετ στο γκαράζ, ένα λαχανί μπάλωμα, θάμνοι και δέντρα
πασχαλιάς που τα σκαρφάλωναν μυρμήγκια.
Ήμουνα βραχόσκαλες και μια μυστήρια στέρνα,
φωτιές απο ξερόχορτα,
ήμουνα νεροπόλεμος και πιγκ - πόνγκ στο υπόγειο.
Ήμουν ένας μικρούλης άσπρος φράχτης, ένα κρεββάτι και μια
σιφονιέρα σφένδαμνο που μοιραζόμουνα μ' αδέρφια, μια σκυλιτσα
που τη λεγαν Σάντυ και χόρευε. Φίλους ήτανε εύκολο να βρείς.
Σκαρφαλώναμε στα δέντρα, χτίζαμε χορτοκάλυβα, κυνηγούσαμε φίδια-
και ονειρευόμαστε πολύ.
Θα είμαστε φίλοι; Πέρα απο χρόνια παιδικά.

Ποιός είμαι; Δεν το ξέρω.
Κάποτε ήμουν εύκολος να με προβλέψεις. Ήμουνα μορφωμένος,
εκπαιδευμένος, μ' αγαπούσαν - όχι όπως ήμουνα, μα όπως
έδειχνα να είμαι. Ο ρόλος μου ήταν ο ασφαλής μου τρόπος για να
κρύβομαι. Δεν είχα λόγο ν' αλλάξω.
Με παραδεχόντουσαν. Τους ευχαριστούσα.
Τότε, άξαφνα σχεδόν, άλλαξα.
Τώρα είμαι λιγότερο σίγουρος, πιότερο ο εαυτός μου.
Ο ρόλος μου σχεδόν εξαφανίστηκε.
Οι ρίζες μου δεν είν' στην εκκλησιά μου, τη δουλειά μου, την πόλη μου
ούτε καν στον κόσμο μου.
Είναι μέσα μου.
Φίλους δεν είναι εύκολο να βρείς - και ονειρεύομαι πολύ.
Θα είμαστε φίλοι; Πέρα απο ρόλους.

Ποιός είμαι; Δεν το ξέρω.
Είμαι πιο μόνος απο πρίν. Κομμάτι ζώο, μα όχι προστατευμένο
απο ένστικτα ούτε περιορισμένο απο την όρασή του μόνο.
Είμαι και κομμάτι πνεύμα, όμως σπάνια ελεύθερο,
περιορισμένο απο τη γεύση, την αφή, το χρόνο -
με μια λαχτάρα για τη ζωή ολάκαιρη.
Δεν υπάρχει ασφάλεια. Η ασφάλεια είναι επανάληψη και φόβος,
η αναβολή της ζωής. Η ασφάλεια είναι προσδοκίες και δεσμεύσεις
και πρώϊμος θάνατος.
Με την αβεβαιότητά μου ζω. Υπάρχουνε μπροστά
βουνά να σκαρφαλώσω, σύννεφα να καβαλήσω,
αστέρια να εξερευνήσω
και φίλοι για να βρώ.
Υπάρχω μόνο εγώ - και ονειρεύομαι πολύ.
Θα είμαστε φίλοι; Πέρα απο ασφάλεια.

Ποιός είμαι; Δεν το ξέρω.
Δεν ψάχνω μέσα στην ανάγκη, στο κενό,
μα σ΄έναν πόθο που όλο μεγαλώνει.
Το κενό ψάχνει για oποιαδήποτε φωνή για να γεμίσει, για
οποιαδήποτε μορφή να διώξει το σκοτάδι. Το κενό μας φέρνει
πλήθη και σκιές που αναπληρόνονται εύκολα. Η ολοκλήρωσή μας
φέρνει έναν φίλο, μοναδικό, αναντικατάστατο. Δεν είμαι τόσο
άδειος όσο πρίν.
Έχω τη θάλασσα, τον άνεμο, τη μουσική και τα βιβλία,
τη δύναμη και τις χαρές του μέσα
και τη νύχτα.
Δεν είναι ανάγκη η φιλία πια, αλλά πανηγύρι.
Δεν είναι ιεροτελεστία, αλλά πραγματικότητα.
Δεν είναι απαίτηση, αλλά προτίμηση.
Η φιλία είναι εσύ κι εγώ - και ονειρεύομαι πολύ.
Θα είμαστε φίλοι; Πέρα απο ανάγκη.

Ποιός είμαι; Δεν το ξέρω.
Ποιός είσαι; Θέλω να μάθω.
Δεν είπαμε τα κάλαντα μαζί, δεν πήγαμε στο ίδιο το σχολείο.
Δεν είμαστε απο την ίδια πόλη, τον ίδιο θεό, ούτε καν τον ίδιο
κόσμο.
Δεν υπάρχει ρόλος για να παίξουμε,
ασφάλεια να προσφέρουμε,
δέσμευση να κάνουμε.
Δεν περιμένω απάντηση καμιά
έξω απ' την παρουσία σου,
τα μάτια σου,
εσένα.
Η φιλιά είναι λεύτερη,
κυλάει,
είναι σπάνια.
Δεν θέλει ερεθισμούς,
είναι ερεθισμός η ίδια.
Εμπιστεύεται, καταλαβαίνει,
αναπτύσεται, εξερευνά,
χαμογελάει και κλαίει.
Δεν κρεμιέται ούτε εξουθενώνει,
δεν περιμένει ούτε απαιτεί.
Είναι - και αυτό είναι αρκετό -
και ονειρεύεται πολύ.
Θα είμαστε φίλοι;



1